Post reply

Name:
Email:
Subject:
Message icon:

Verification:

shortcuts: hit alt+s to submit/post or alt+p to preview


Topic Summary

Posted by: Pinochet88
« on: January 20, 2016, 10:25:59 am »

Σε αυτό το θέμα, νιώθω υποχρεωμένος από το ιδεολογικό καθήκον να στρέψω την προσοχή του αναγνώστη προς το πόνημα του φιλοσόφου Φρειδερίκου Νίτσε, Αγών Ομήρου (Homer's Contest), το οποίο μπορείτε να βρείτε εδώ, στα αγγλικά μεταξύ πολλών άλλων. Κατόπιν, θεωρώ σώφρον να ιδωθεί η συγκεκριμένη ανάλυση υπό ένα νέο φιλελεύθερο πρίσμα, διότι η αντισυμβατική οπτική του Γερμανού φιλέλληνα είναι ικανή να μας αποκαλύψει πολλές πτυχές της Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας τις οποίες εμμονικά αποκρύπτουν οι ανθέλληνες κρατικιστές ιστορικοί. Για τον λόγο αυτόν θα προχωρήσω σε μια περιεκτική κριτική σύνοψη του δοκιμίου ευθύς αμέσως.


Αρχίζοντας το δοκίμιο ο Νίτσε αποκαλεί τους Έλληνες τον πιο ανθρώπινο λαό της αρχαιότητας, θέλοντας να τονίσει τη φυσιολογική πλευρά των Ελλήνων που θα μπορούσε να αποκληθεί ανθρώπινη, με άλλα λόγια, τη φυσιολογική διαφορά τους από τα ζώα και τους υπολοίπους ανθρώπους, τους βαρβάρους. Έπειτα προχωρεί σε μια ανάλυση των στοιχείων της προ-Ομηρικής εποχής.

Στην προ-ομηρική εποχή, επικρατούσε το σκοτάδι και ο ζόφος. Σε τέτοιο βαθμό που έχει γράψει στις σημειώσεις του δοκιμίου προς τον εαυτό του να μην ξεχάσει να δώσει έμφαση στη σιχαμερή και μακάβρια ατμόσφαιρα της προ-Ομηρικής ζωής. Ο φθόνος επικρατούσε: "μια ζωή υπό το απόλυτο κράτος των παιδιών της μαύρης Νύχτας: την Έριδα, τη Φιλότητα, την Απάτη, το Γήρας και τον Θάνατο". Γίνεται αντιληπτό έτσι λοιπόν ότι το προ-ομηρικό στοιχείο ήταν ένας κόσμος βίας και αυταρχισμού, κρατικισμού, φθόνου, εργασίας στα χωράφια (τη βρωμερή απαρχή κάθε πολιτισμού), αντιρασιοναλισμού και αναδιανομής. Παρόμοιος, θα μπορούσε να πει κανείς, του σημερινού καταντήματος της Ελλάδας που οφείλεται σε ίδια στοιχεία.

Όλα αυτά, παρατηρεί ο Νίτσε, τείνουν να ταυτίζουν την ύπαρξη με την ενοχή, θέλοντας να πει πως εξαθλιώνουν τις ψυχές των ανθρώπων και τους κάνουν πειθήνιους σκλάβους του παρακμιακού φαινομένου του κολλεκτιβισμού: μη εκτιμώντας τη ζωή τους, δέχονται να πεθάνουν σκοτώνοντας, το οποίο αποτελεί και τη χαρά κάθε εξουσιαστή. Συνεχίζοντας ο Νίτσε, ρίχνει τη ματιά του στον Όμηρο, παρατηρεί τη διαύγεια της αφήγησης, το πόσο καλοσυνάτο φαίνεται το κείμενο και θεωρεί πως κανείς δεν πρέπει να το παίρνει τοις μετρητοίς, διότι το κείμενο εμπεριέχει ανατολίτικα στοιχεία. Ο Όμηρος έχει κάνει χρήση ινδουιστικών πρώιμων μυθικών στοιχείων και έχει περιγράψει τον Έλληνα διαφορετικά από ό,τι πραγματικά είναι. Λέει "Ωστόσο αυτά τα συμπέρασμα δεν είναι καθαυτό ελληνικά: απηχούν δοξασίες της ινδικής φιλοσοφίας και γενικότερα της Ανατολής. Το αρχαιοελληνικό δαιμόνιο είχε μια άλλη απάντηση στο ερώτημα 'τι αξίζει μια ζωή πολέμων και θριάμβων'".

Συνεχίζοντας ο Νίτσε, παραθέτει εκτεταμένα πηγές για το πως οι Έλληνες έβλεπαν κάτι το θετικό στην Έριδα. Το αντιπαραβάλλει αυτό με την ανατολίτικη ρίζα του "Χριστιανισμού" που είναι η ανιδιοτέλεια, ο αλτρουισμός. Οι Έλληνες δεν είχαν ακουστά αυτό το πράγμα. Οι Έλληνες δεν έβλεπαν την τέχνη, αλλά, μέσω της τέχνης, τη φιλοδοξία του καλλιτέχνη, δεν έβλεπαν δράματα, αλλά τη φιλοδοξία του δραματουργού και, φτάνοντας στο αποκορύφωμα της αποκάλυψης: Από τα λόγια του προγόνου μας του Παυσανία, διαβάζοντας παμπάλαιο αντίτυπο του παιδευτικού ποιήματος του ησιοδείου Έργα και Ημέρες, διαβάζουμε και εμείς με τη σειρά μας τα καπιταλιστικότατα καταπιστεύματα των Αρχαίων Ημών Προγόνων:

Δυο οι Έριδες που ζουν πάνω στη γη. Τη μια με νου και σκέψη θα την επαινέσεις, μα η άλλη 'ναι για ψόγο. Άλλες οι διαθέσεις της μιας και άλλες της άλλης. Πόλεμο κακό και αμάχη έχει στο νου της η καταστροφική! Κανείς θνητός δεν την υποφέρει μα κάτω από της ανάγκης τον ζυγό λεν' πως πρέπει να τιμάνε την Έριδα την πικρή, τι  αυτή είναι η πρόθεση των αθανάτων. Η μαύρη νύχτα την εγέννησε. Την άλλη τηνε φύτεψε εκεί κάτω ο Δίας ο παντοδύναμος, στης γης τις ρίζες και στους ανθρώπους σαν καλύτερη πούναι. Αυτή και τον τεμπέλη σπρώχνει στη δουλειά! Και σα βλέπει ακαμάτης πλούσιο, τρέχει αμέσως να οργώσει, να φυτέψει, να συγυρίσει το σπιτικό του. Γείτονας ζηλεύει γείτονα που πάει να προκόψει. Καλή είναι τούτη η Έριδα για τους ανθρώπους. Κεραμέας κεραμέα κακοβλέπει, τεχνίτης τον τεχνίτη, φτωχός φτωχό μισεί, κι αοιδός τον αοιδό.

Πέραν ορισμένων λεξιλογικών περιορισμών, οι οποίοι δεν μπορούν να εκφράσουν όπως θα έπρεπε την ευγενή άμιλλα και τον ανταγωνισμό, ο ποιητής, η βασική εκπαίδευση των αρχαίων Ελλήνων, το καταπίστευμα του Ομηρικού Αρχαίο Ελληνικού Πολιτισμού, κάνουν σαφέστατο διαχωρισμό μεταξύ του ανταγωνισμού της βίας και του ανταγωνισμού της παραγωγής. Λένε πως η βία είναι βδέλυγμα ηθικό που κατατρώει τον άνθρωπο και πως η πηγή της ανάπτυξης είναι ο παραγωγικός ανταγωνισμός του Καπιταλισμού. Αυτό ονομάζει έπειτα ο Νίτσε Αγώνα (και όχι το να υποδουλώνεις τους συνέλληνές σου, να τους διατάζεις να σφάζονται και να σφάζουν για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του Κράτους, το οποίο είναι ξεκάθαρα η κακιά Έριδα, όχι η καλή.) "Είναι απαραίτητη η ευγενής άμιλλα προκειμένου να εξασφαλιστεί η υγεία της Πολιτείας" μας λέει ο Νίτσε, εξαίροντας την προσωπική φιλοδοξία των αθλητών που ήθελαν αυτοί και μόνο αυτοί να τιμήσουν την Πόλη τους στους Αγώνες, την προσωπική φιλοδοξία του Πλάτωνα, ο οποίος έκανε ό,τι έκανε για να αναδείξει τον εαυτό του σε καλύτερο φιλόσοφο και όχι για τη "Φιλοσοφία" και τη "Σοφιστική" και τη "Δραματουργία": "και τώρα τα αποκηρύσσω όλα τούτα και καταδικάζω κάθε μιμητική Τέχνη. Μόνο για χάρη του Αγώνα έγινα ποιητής, σοφιστής και ρήτορας", αυτά τα λόγια, που αποκαλύπτουν προσωπική φιλοδοξία βάζει στο στόμα του Πλάτωνα ο Νίτσε. Και έχει δίκιο.

Η προσωπική φιλοδοξία σε συνδυασμό με την καλή Έριδα, την ευγενή άμιλλα, τον ανταγωνισμό, τον Καπιταλισμό, αποτελούν την απάντηση στο ερώτημα τις αξίζει μια ζωή γεμάτη αγώνα: Το συμπέρασμα που έβγαλε ο Έλληνας από το προ-ομηρικό, ορφικό κρατικιστικό σκοτάδι είναι πως ο αγώνας τελικά αξίζει, μα μόνο εάν παροχετεύεται προς παραγωγικούς και όχι προς παρασιτικούς σκοπούς, και εκείνα τα παραγωγικώς ανταγωνιστικά στοιχεία αποδέχεται και θεωρεί ο Νίτσε ως θετικά. Υμνεί δε και τους Ιησουίτες γιατί, εν αντιθέσει με τους υπολοίπους Χριστιανούς, έχουν εντονότερα τα στοιχεία της προσωπικής φιλοδοξίας και όπως λέει ο διάσημος φιλόσοφος: "θα μπορούσαν κάλλιστα να γίνουν οι αποτελεσματικότεροι παιδαγωγοί της εποχής μας".

Όλα αυτά τελείωσαν στον ιμπεριαλισμό του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του τελευταίου Έλληνα της Ιστορίας. Η αύξηση των φόρων και του κρατικισμού, η θανάτωση της Καλής Έριδας μεταξύ Ελλήνων, το φούντωμα της κακής Έριδας μέσα στον ελλαδικό χώρο και η διοχέτευση των δυνάμεων του Ελληνισμού από το εμπόριο το οποίο τον είχε εξυψώσει σε απροσπέλαστα ύψη πολιτισμικής υπεροχής, στον πόλεμο, στις εκστρατείες βίας και, εν τέλει, στην κατάρρευση, απετέλεσε την ταφόπλακα του Ελληνισμού. Το προ-ομηρικό στοιχείο είχε αναστηθεί από τον τάφο του και άπλωσε το ζοφερό του σκοτάδι πάνω στην Ελλάδα, ένα σκοτάδι το οποίο ακόμα τυφλώνει τις ψυχές των ελλαδιτών έναντι των λιγοστών Ελλήνων που έχουν απομείνει να παλεύουν υπερήφανα κόντρα στα όρνεα και τα κτήνη του Κράτους, τους δημόσιους υπάνθρωπους, τους λαθραίους βαρβάρους επήλυδες και κάθε λογής ανθέλληνα που αναδίδουν ξανά και πάλι την αποπνικτική και μουντή βιοτική ατμόσφαιρα της προ-ομηρικής μαύρης Νύχτας.